Περί προσλήψεων στο δημόσιο

Το αίτημα για αξιοκρατικές προσλήψεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα έχει πλέον υιοθετηθεί από την κοινωνία μας. Κατά πρώτο για λόγους δημοκρατίας, αφού αυτήν εξυπηρετεί η πλήρης καθιέρωση των κανόνων ισονομίας και ισοπολιτείας, που είχαν θεσπιστεί με τον Ν. 2190/1994, τον περίφημο «νόμο Πεπονή». Κατά δεύτερο διότι η αξιοκρατική στελέχωση της δημόσιας διοίκησης θα την καταστήσει εργαλείο μετασχηματισμού και ανάπτυξης της οικονομίας – άρα τελικά και της ίδιας της κοινωνίας μας.

Ο Ν. 2190/94 ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς, στην πορεία όμως υπέστη διάφορες αλλαγές. Κάποιες ήταν αναγκαίες, ώστε ο νόμος να προσαρμοστεί σε μια πολύπλοκη πραγματικότητα. Κάποιες άλλες κατηγορήθηκαν ότι επανέφεραν το καθεστώς της φαυλότητας και της ευνοιοκρατίας, με πιο χαρακτηριστική τη συνέντευξη των υποψηφίων. Άραγε υπάρχει «άσπρο – μαύρο» σε ρυθμίσεις παρόμοιου χαρακτήρα; Μπορούμε να κρατήσουμε κάτι καλό, και πώς;

Ένας νόμος μπορεί να πετύχει στην εφαρμογή του και να θεραπεύσει προβλήματα αν συντρέχουν δύο κυρίως προϋποθέσεις: να είναι άψογα διατυπωμένος από νομοτεχνική και γλωσσική άποψη και να τοποθετείται άνετα (να «κουμπώνει») μέσα στο διοικητικό και γραφειοκρατικό περιβάλλον, όπου θα ισχύσει ρυθμίζοντας σχέσεις. Όταν όλο το πλέγμα της δημόσιας διοίκησης και νομοθεσίας είναι σφιχτό και ανελαστικό, τότε ένα πρωτοποριακό νομοθέτημα αποστεώνεται, χάνει τον δυναμισμό του και αποτυχαίνει.

Για παράδειγμα, το ΑΣΕΠ δεν επιτρέπει διαγωνισμό για εξειδικευμένο επιστήμονα παρά μόνον αν το προβλέπει ο Οργανισμός Εσωτερικών Υπηρεσιών του δημόσιου φορέα. Έτσι, αν ένας Δήμος επιθυμεί να προσλάβει αρχιτέκτονα με εξειδίκευση στο βιοκλιματικό σχεδιασμό ή οικονομολόγο με γνώση ευρωπαϊκών προγραμμάτων, θα πρέπει να τροποποιήσει τον ΟΕΥ του. Απαιτείται απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου και έγκρισή της από την Περιφέρεια, αποδοχή της από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο των ΟΤΑ του νομού και δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή ανάλωση χρόνου που υπερβαίνει το εξάμηνο, αν δεν γίνουν εν τω μεταξύ εκλογές, οπότε όλα παγώνουν. Στη συνέχεια, για την πρόσληψη των επιτυχόντων χρειάζεται χρόνος περισσότερος από μια διετία, οπότε αντιλαμβάνεται κανείς τι γίνεται με τις ανάγκες που τα στελέχη αυτά καλούνται να θεραπεύσουν με τόσο μεγάλη καθυστέρηση.

Μερικές ανάγκες είναι ξαφνικές ή χαρακτηρίζονται από προσωρινότητα.

Ο Ν. 2190/94 προβλέπει την κάλυψη των έκτακτων αναγκών (σεισμοί, θεομηνίες) με διμηνίτες, χωρίς ΑΣΕΠ, με τον περιορισμό να μη προσλαμβάνονται τα ίδια πρόσωπα δύο φορές μέσα στο 12μηνο. Η Περιφέρειά μας έδωσε έναν άλλο ορισμό: δεν επιτρέπεται γενικά η πρόσληψη διμηνιτών δύο φορές μέσα στο 12μηνο. Μονάχα μια φορά δικαιούται ο Δήμος να πληγεί από θεομηνία ή φυσική καταστροφή. Έτσι, αν το καλοκαίρι προσληφθούν εκτάκτως διμηνίτες για την αντιμετώπιση πυρκαγιών, ο Δήμος δεν μπορεί να προσλάβει άλλους τον χειμώνα για την αντιμετώπιση του χιονιά!

Την τελευταία φορά που ο Δήμος μας ζήτησε από την Περιφέρεια έγκριση για πρόσληψη διμηνιτών, η απορριπτική απάντηση ήλθε με καθυστέρηση τριών (!) μηνών, οπότε παρείλκε πλέον οποιοσδήποτε λόγος να την προσβάλουμε στην αρμόδια Επιτροπή, αφού ύστερα από τόσο καιρό οι ανάγκες είχαν καλυφθεί εκ των ενόντων, σε βάρος όμως της συνολικής λειτουργίας των δημοτικών υπηρεσιών (πχ με υπερωρίες και μείωση των ρεπό των μονίμων υπαλλήλων).

Κάθε άλλη πρόσληψη εποχιακών γίνεται με ΑΣΕΠ. Όμως όχι για περισσότερο χρόνο από οκτώ μήνες, εκτός αν πρόκειται για εκπαιδευτικές ανάγκες, οπότε πάμε όσο προβλέπει το σχολικό πρόγραμμα. Οι παιδικοί σταθμοί θεωρούνται κοινωνικές υπηρεσίες, όχι εκπαιδευτικές, οπότε θα πρέπει να αρκεστούμε στους 8 μήνες, παρότι τα παιδιά φιλοξενούνται για έντεκα μήνες. Πώς καλύπτεται το ενδιάμεσο κενό; Με ακροβασίες, προφανώς.

Τα ευρωπαϊκά προγράμματα έχουν διάρκεια ορισμένου χρόνου. Τα ερευνητικά ιδρύματα ή τα τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα δικαιούνται να προσλαμβάνουν προσωπικό για την εξυπηρέτησή τους χωρίς ΑΣΕΠ. Οι Δήμοι όχι. Ίσως γιατί θεωρούνται πιο αναξιόπιστοι.

Όσοι Δήμοι ενδιαφέρονται να προσλάβουν εποχιακό προσωπικό, οφείλουν να κάνουν έγκαιρα τον ετήσιο προγραμματισμό τους και κάθε Φεβρουάριο να ζητάνε άδεια από μια επιτροπή απαρτιζόμενη από τρεις υπουργούς. Η επιτροπή, μετά το συνηθισμένο «ψαλίδισμα» των θέσεων, δίνει την άδεια γύρω στον Σεπτέμβρη. Ναυαγοσώστες, κηπουροί, ειδικευμένοι τεχνίτες ή επιστήμονες μπορούν να περιμένουν. Οι ανάγκες όμως;

Η περιπτωσιολογία μπορεί να συνεχίζεται αέναα (μητέρα χήρα, άπορη, με δύο παιδιά κατάκοιτα από αναπηρίες υστερεί έναντι τρίτεκνης γυναίκας, με εργαζόμενο σύζυγο – η περιουσιακή κατάσταση δεν λαμβάνεται υπόψη, ακόμη κι αν πρόκειται για θέση που δεν απαιτεί ειδικότητα ή ξεχωριστά προσόντα – οι πολλές ξένες γλώσσες προσθέτουν μόρια, ακόμη κι εκεί όπου η συνήθης υπηρεσιακή απασχόληση δεν περιλαμβάνει επαφές με αλλοδαπούς κοκ).

Από τη μικρή περιδιάβαση στον κόσμο της γραφειοκρατίας και της τυπικότητας απομένει μια πικρή αίσθηση ματαιότητας. Τι είναι ο χρόνος μπροστά στην αιωνιότητα; Τι είναι η τετραετία ενός δημάρχου μπροστά στην ακινησία της γραφειοκρατίας, στη σιγουριά της τριακονταπενταετίας;

Προφανώς οι αντικειμενικές διαδικασίες του Ν. 2190/94 είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει στην ελληνική διοίκηση. Σώζουν και τον Δήμαρχο από τις απαιτήσεις φίλων και γνωστών, που πασχίζουν για τον πολυπόθητο διορισμό, πολλές φορές με γκρίνιες και αφόρητες πιέσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία όμως ότι ο νόμος πρέπει να κωδικοποιηθεί και να τροποποιηθεί, μαζί βέβαια με το ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο της δημόσιας διοίκησης.

Ενδεχομένως το ΑΣΕΠ θα μπορούσε να αποκεντρωθεί ακόμη περισσότερο. Να υπάρχει παράρτημά του σε κάθε περιφέρεια για το εποχιακό και το ειδικό επιστημονικό προσωπικό. Σε περιφερειακό επίπεδο, επίσης, θα μπορούσε να διεξάγεται η συνέντευξη με καθορισμένες από τον νόμο ερωτήσεις (η συνέντευξη είναι χρήσιμη: φανταστείτε βρεφονηπιοκόμο που έχει εμφανές ψυχολογικό πρόβλημα). Η σύνθεση της Επιτροπής Συνέντευξης θα μπορούσε να αποκλείει την ευνοιοκρατία, αν περιλάμβανε ένα μέλος του ΑΣΕΠ, έναν εκπρόσωπο του φορέα πρόσληψης και έναν εκπρόσωπο του συνδικαλιστικού φορέα των εργαζομένων.

Ας έχουμε στο μυαλό μας ότι η χώρα μας είναι πολύ μικρή για να έχει την πολυτέλεια ενός αναχρονιστικού, αντιπαραγωγικού και γραφειοκρατικού κράτους. Η δημόσια διοίκηση πρέπει να μαζέψει γρήγορα τους κορυφαίους και να τους κρατήσει. Αλλιώς θα έχουμε μονάχα μεγάλες προσδοκίες και μηδαμινά αποτελέσματα.

Σχόλια